Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το επιχειρείν είναι ένα παιχνίδι. Βεβαίως, αν είναι το καλύτερο ή το πιο συναρπαστικό παιχνίδι στο κόσμο, αυτό μόνο ο καθένας από μας, ξεχωριστά, μπορεί να το κρίνει.
Όπως όλα τα παιχνίδια, έτσι και αυτό έχει τους δικούς του φανατικούς παίκτες, οι οποίοι δεν το αλλάζουν με τίποτα και πιστεύουν ότι είναι το «υπέρτατο παιχνίδι». Σε αντίθεση με άλλα παιχνίδια, το επιχειρείν δεν έχει ούτε σαφείς «οδηγίες χρήσης», ούτε κανόνες, ούτε και πολλές «σταθερές». Αντιθέτως, η γοητεία του έγκειται στις διαρκείς αλλαγές και τις πολλές μεταβλητές. Αν δεχθούμε ότι το επιχειρείν είναι ένα παιχνίδι ζωής – με πολλές εκπλήξεις, με απρόβλεπτους παράγοντες, με κερδισμένους και χαμένους που συνεχώς εναλλάσσονται – τότε γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι οι παίκτες δεν πρόκειται να πλήξουν.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και οι απλοί θεατές, οι οποίοι είτε δεν ενδιαφέρονται για το συγκεκριμένο παιχνίδι είτε το θαυμάζουν αλλά το φοβούνται, προκαλώντας τους μια αίσθηση διαρκούς ανασφάλειας και απειλής. Απολύτως σεβαστό.
Ασφάλεια: Η απαγορευμένη λέξη
Σε ένα επιχειρηματικό περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσονται τόσες πολλές δυναμικές και που η αλλαγή είναι το κυρίαρχο στοιχείο, είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να υπάρχει ασφάλεια. Καμία επιχείρηση δεν πλέει σε ασφαλή νερά. Ακόμα και αν μια επιχείρηση έχει εξαιρετικά υψηλά μερίδια αγοράς σε βασικές μάρκες της, μπορεί να είναι εξαιρετικά ευάλωτη από τον ανταγωνισμό.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα εταιριών οι οποίες έχουν βρεθεί σε μειονεκτική θέση λόγω της εμμονής τους στο να πιστεύουν ότι η ηγετική τους θέση παρέχει μια ασπίδα προστασίας έναντι του ανταγωνισμού.
Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη που κάνουν οι εν λόγω επιχειρήσεις είναι ότι μεταφέρουν αυτή τη νοοτροπία στους ανθρώπους τους, οι οποίοι με τη σειρά τους, σκέφτονται και δρουν με μια πρωτοφανή αλαζονεία.
Είναι γνωστή η ρήση του Henry Kissinger ότι η δύναμη είναι το καλύτερο αφροδισιακό, αλλά υπάρχει και α αντίλογος από τον λόρδο John Acton που υπενθύμιζε ότι η δύναμη σε κάνει να μη σκέφτεσαι σωστά ενώ η πολλή δύναμη σε κάνει να μη σκέφτεσαι καθόλου. Και κάπως έτσι, έχουμε να πολεμήσουμε τους ίδιους μας τους εαυτούς που επαναπαύονται και χαλαρώνουν όταν έχουν επιτύχει τους στόχους τους, αναπτύσσοντας την καταπληκτική ψευδαίσθηση της ασφάλειας.
Αλλάζουμε για να μπορούμε να επιβιώνουμε
Δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο. Αυτό κάναμε πάντα. Σε μια έρευνα που είχε διεξαχθεί ανάμεσα σε Αμερικανούς επιχειρηματίες ηλικίας 35+ χρόνων, στην προ COVID 19 εποχή, υπήρξαν κάποια ενδιαφέροντα ευρήματα. Όταν κλήθηκαν να αναφέρουν κάποια σημαντικά γεγονότα που επηρέασαν τις εταιρίες τους, σχεδόν όλοι άρχισαν να θυμούνται και να αναφέρουν τις μεγαλύτερες επιτυχίες τους, οι οποίες όμως είχαν συμβεί πριν πολλά χρόνια, σε εποχές – και αναφέρω κάποια ενδεικτικά verbatims των ερωτώμενων – που το «momentum ήταν θετικό», «το περιβάλλον ήταν σύμμαχος», «η επιχείρηση είχε μεγάλα κονδύλια για διαφήμιση», κλπ.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ελάχιστοι ήταν εκείνοι που έκαναν αναφορά σε μια επιτυχία που είχε συμβεί μεταξύ 2009-2015, δηλαδή μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers. Και το καλύτερο; Λιγότερο από το 5% του δείγματος της έρευνας έκανε κάποια αναφορά σε μια προσωπική δυσκολία, αποτυχία ή σε μια εταιρική δυσλειτουργία ή εξωτερική πρόκληση που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει.
Αλλάζουμε… αλλά όχι εύκολα, μαθαίνουμε δύσκολα και αρνούμαστε να κατανοήσουμε ότι η όποια αλλαγή μπορεί να ξεκινήσει πρώτα από εμάς. Όσο και αν φαίνεται παράδοξο, στην εποχή της πολυδιαφημισμένης ομαδικότητας, η πρόκληση είναι μια απολύτως προσωπική υπόθεση. Ο καθένας μας αντιλαμβάνεται τις προκλήσεις με τον δικό του τρόπο. Ακόμα και αν υποτεθεί πώς η πρόκληση είναι κοινή σε μια επιχείρηση, ο καθένας την ερμηνεύει, για τους δικούς του λόγους, με διαφορετικό τρόπο.
Μπορούμε να αναγνωρίσουμε τις αλλαγές και τις προκλήσεις;
Μη ποντάρετε όλα τα λεφτά στο «ναι». Ακόμα και αν ορισμένοι είναι διορατικοί και έχουν καλή αίσθηση του τι συμβαίνει και του τι πιθανώς να συμβεί, υπάρχουν κάποιοι άλλοι που δεν συμμερίζονται τις απόψεις τους ή ακόμα και τις αγνοούν. Έτσι, τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι:
Προλαμβάνουμε τις αλλαγές;
Αντιλαμβανόμαστε τις αλλαγές όταν αυτές συμβαίνουν;
Ποιοι είναι οι τρόποι αντίδρασης μας;
Αν η απάντηση στην πρώτη ερώτηση είναι αρνητική, τότε μάλλον δεν μπορούμε να μιλάμε για επιχειρηματικότητα. Αν και στη δεύτερη ερώτηση έχουμε αρνητική απάντηση, τότε είναι θαύμα που η επιχείρηση συνεχίζει να υπάρχει. Αν στην τρίτη ερώτηση η απάντηση είναι ότι δεν υπάρχουν τρόποι αντίδρασης – και πώς να υπάρχουν αφού δεν έχουμε καταλάβει τι συμβαίνει – τότε το τέλος είναι πολύ κοντά.
Κτίζουμε στο παρελθόν – δεν το αναπαράγουμε
Είναι γεγονός ότι έχουμε μάθει, σε μεγάλο βαθμό, να σκεφτόμαστε, να αποφασίζουμε και να καταλήγουμε σε δράσεις με βάση το παρελθόν. Προσπαθούμε να πάρουμε στοιχεία από το παρελθόν για να δημιουργήσουμε το μέλλον. Το παρελθόν αποτελεί μια πολύτιμη πηγή γνώσης και εμπειρίας, όμως δεν είναι αρκετό για να διαμορφώσει το μέλλον. Ας συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι το παρελθόν είναι παρελθόν. Οι επιτυχίες και κάποιες εξαιρετικές αποδόσεις του τότε δεν μπορούν να εξασφαλίσουν το ίδιο μοτίβο σε μελλοντικό χρόνο.
Υπάρχουν δύο εναλλακτικές. Η πρώτη είναι να κτίσουμε κάτι καινούργιο πάνω στο παλιό και η δεύτερη είναι να αφήσουμε παρελθόν να καθορίζει το μέλλον. Μια επιχείρηση που έχει ως σημαία την «παράδοση», θα μείνει μόνο με αυτή αν δεν προχωρήσει σε καινοτομίες. Ένα από τα κύρια λάθη που γίνονται από επιχειρηματίες αλλά και διοικήσεις εταιριών είναι ότι ενώ μπορούν να κτίσουν ένα γερό επιχειρηματικό μοντέλο επιχειρηματικής δράσης, «βολεύονται» με το υπάρχον ή προχωρούν σε ισχνές απόπειρες αλλαγών που έχουν ελάχιστο αντίκτυπο στο αποτέλεσμα.
Κλείνοντας, ανασύρω ένα από τα κυνικά σχόλια που συνήθιζε να κάνει ο Peter Drucker και για αυτό άλλωστε κάποιες επιχειρήσεις και επώνυμα μεγαλοστελέχη τον θεωρούσαν persona non grata: H διαφορά ενός ανθρώπου με επιχειρηματικό μυαλό και ενός οποιουδήποτε άλλου είναι ότι ο πρώτος ψάχνει να βρει τρόπους να συγκεντρώσει χρήματα επενδύοντας στο μέλλον ενώ ο άλλος περιμένει τη σύνταξη του έχοντας επενδύσει στο παρελθόν.
Πηγή: www.epixeiro.gr