Τι ακριβώς προβλέπει η οδηγία που εγκρίθηκε από το Ευρωκοινοβούλιο.
Περισσότερα από ένα εκατομμύριο ακίνητα στην Ελλάδα θα χρειαστεί να προχωρήσουν στην ενεργειακή τους αναβάθμιση από το 2028 και έως το τέλος του 2032, διαφορετικά δεν θα μπορούν να ενοικιαστούν ή να πωληθούν.
Δύο χρόνια νωρίτερα ξεκινά για το Δημόσιο το οποίο θα πρέπει να προχωρήσει στην ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων του από το 2026. Αυτό προβλέπεται στην αναθεώρηση της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων με στόχο τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που ενεκρίθη από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Επόμενο βήμα οι ευρωβουλευτές να αρχίσουν διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο ώστε να συμφωνήσουν επί της τελικής μορφής της νομοθεσίας.
Σύμφωνα με την οδηγία, από το 2028 όλα τα καινούρια κτίρια θα πρέπει να έχουν μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Η αντίστοιχη προθεσμία για κτίρια που στεγάζουν, χρησιμοποιούνται ή ανήκουν σε δημόσιες αρχές θεσπίζεται για το 2026.
Όλα τα νέα κτίρια θα πρέπει να είναι εξοπλισμένα με τεχνολογίες συλλογής ηλιακής ενέργειας έως το 2028, εφόσον αυτό είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό, ενώ τα κτίρια κατοικιών που υποβάλλονται σε μεγάλης κλίμακας ανακαίνιση θα έχουν προθεσμία έως το 2032.
Στην κλίμακα ενεργειακής απόδοσης από το Α έως το G, τα κτίρια κατοικιών θα πρέπει να επιτύχουν την κατάταξή τους, τουλάχιστον, στην κατηγορία Ε έως το 2030 και στην D έως το 2033. Η κατηγορία G αντιστοιχεί στο 15% των κτιρίων ενός κράτους μέλους με τις χειρότερες επιδόσεις. Τα μη οικιστικά και τα δημόσια κτίρια θα πρέπει να ανήκουν στις σχετικές κατηγορίες έως το 2027 και το 2030 αντίστοιχα.
Η αναβάθμιση της ενεργειακής απόδοσης (η οποία μπορεί να λάβει τη μορφή μονωτικών εργασιών ή βελτίωσης του συστήματος θέρμανσης) θα πραγματοποιείται όταν ένα κτίριο πωλείται ή υποβάλλεται σε σημαντική ανακαίνιση ή, εάν ενοικιάζεται, όταν υπογράφεται νέο συμβόλαιο μίσθωσης. Τα μέτρα που απαιτούνται για την επίτευξη αυτών των στόχων θα καθοριστούν από τα κράτη μέλη στα λεγόμενα εθνικά σχέδια ανακαίνισης.
Η συγκεκριμένη οδηγία δημιουργεί έναν ακόμα πονοκέφαλο στους ιδιοκτήτες, ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα όπου μεγάλο ποσοστό των παλαιών ακινήτων είναι κατασκευασμένα πριν από το 1980.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΟΜΙΔΑ κ. Στράτο Παραδιά «θα ζήσουμε το δράμα ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας, δεδομένου ότι οι παρεμβάσεις που θα απαιτηθούν είναι ιδιαιτέρα κοστοβόρες και έξω από κάθε δυνατότητα της ελληνικής οικογένειας.
Αν δεν δοθούν κάποιες ενισχύσεις, κάποια ουσιαστικά κίνητρα και κάποιες φοροαπαλλαγές, κανένας δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί με αποτέλεσμα τα ακίνητα να τεθούν εκτός αγοράς μισθώσεων, επιτείνοντας το ήδη μεγάλο πρόβλημα της έλλειψης εκμισθούμενων κατοικιών στην αγορά, που δημιουργεί πίεση και στις τιμές των ενοικίων των νέων μισθώσεων».
Με βάση την οδηγία, τα κράτη – μέλη θα πρέπει να καταρτίσουν εθνικά σχέδια ανακαίνισης τα οποία θα περιλαμβάνουν μηχανισμούς στήριξης που θα διευκολύνουν την πρόσβαση σε επιχορηγήσεις και χρηματοδότηση.
Επίσης, οφείλουν να δημιουργήσουν σημεία δωρεάν πληροφόρησης, να θεσπίσουν προγράμματα ανακαίνισης με ουδέτερο κόστος και να προσφέρουν χρηματοδότηση που θα πριμοδοτεί τις ριζικές ανακαινίσεις, ιδίως για τα κτίρια με τις χειρότερες επιδόσεις. Μάλιστα εξειδικευμένες επιχορηγήσεις και επιδοτήσεις θα πρέπει να παρέχονται σε ευάλωτα νοικοκυριά.
Από τους νέους κανόνες εξαιρούνται τα κτίρια μνημειακού χαρακτήρα. Επίσης, οι χώρες της Ε.Ε. έχουν τη δυνατότητα να εξαιρέσουν κτίρια που προστατεύονται για την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική ή ιστορική τους αξία, τεχνικά κτίρια, κτίρια που χρησιμοποιούνται προσωρινά, καθώς και εκκλησίες και χώροι λατρείας.
Τα κράτη μπορούν επίσης να εξαιρούν τις δημόσιες κοινωνικές κατοικίες, όπου οι ανακαινίσεις θα οδηγούσαν σε αυξήσεις ενοικίων που δεν μπορούν να αντισταθμιστούν από την εξοικονόμηση στους λογαριασμούς ενέργειας.
Πηγή: www.naftemporiki.gr