Μεσοπρόθεσμο: «Μαξιλαράκι» 4 δισ. ευρώ για επιπλέον κρατικές δαπάνες το 2025-2028

Σχεδόν τα μισά ή και έως 1 δισ. ετησίως θα μπορέσουν να δοθούν για παροχές. Τι απέφερε το «παζάρι» με την ΕΕ για τα όρια αύξησης δαπανών. «Παράθυρο» για νέες φοροελαφρύνσεις όσο μειώνεται η φοροδιαφυγή

Μετά από 3 μήνες διαπραγματεύσεων και με την κατ’ αρχήν συμφωνία των ευρωπαϊκών θεσμών ότι τα υπερπλεονάσματα και η υπεραπόδοση της οικονομίας κατά το 2024 επιτρέπουν επιπρόσθετες δαπάνες 4 δισ. ευρώ στην προσεχή τετραετία, η κυβέρνηση προβλέπει μεγάλη αύξηση κρατικών δαπανών (της τάξεως των 17,1 δισ. σωρευτικά) στο νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2025-2028 που καταθέτει την ερχόμενη εβδομάδα στη Βουλή και στην ΕΕ, αντί για περίπου 13 δισ. ευρώ που πρότειναν και ζητούσαν αρχικά οι Βρυξέλες.

Η κυβέρνηση απέφυγε έτσι τις πιέσεις της Κομισιόν να δεσμευτεί για έναν «κόφτη» αύξησης δαπανών κοντά στο 3% το χρόνο. Ανέβασε τα περιθώρια για το 2025-2026 σε 3,7% και 3,6% αντίστοιχα.

Αυτό «μεταφράζεται» σε περίπου 700 εκατομμύρια ευρώ επιπλέον δαπάνες το 2025, ή και επιπλέον 1,1 δισ. το 2026, πέραν όσων θα επέτρεπαν τα όρια που έθετε η ΕΕ.

Η επιτυχία αυτή «ανοίγει παράθυρο» για αυξήσεις δαπανών και παροχών και για τα επόμενα χρόνια, καθώς η αυξημένη δαπάνη κατά 1,1 δισ. ευρώ, θα συνεχίζει να επαναλαμβάνεται και μετά το 2026, δηλαδή το 2027 και 2028.

Έτσι, σωρευτικά, οι αυξήσεις των κρατικών δαπανών θα φτάσουν στα 4 δισ. ευρώ σε μια τετραετία, πέραν όσων θα μπορούσε να πραγματοποιεί κάθε χρόνο η χώρα.

Τι θα πάει για παροχές
Από αυτά τα 4 δισ. ευρώ επιπλέον, που πέτυχε να μπορεί να δαπανήσει σε μια τετραετία η κυβέρνηση, αναλογούν περίπου 1 δισ. ευρώ κάθε χρόνο. Αλλά μόνο τα μισά περίπου θα μπορούν να διατεθούν σε παροχές ή νέες πολιτικές, αφού τη μερίδα του λέοντος της αύξησης αυτής θα απορροφούν οι δαπάνες για την Άμυνα, οι Συντάξεις που συνεχώς θα αυξάνονται, αλλά και παροχές που έχουν ήδη εξαγγελθεί για να εφαρμοστούν ως το 2027.
Απομένουν έτσι περίπου 2-2,5 δισ. ευρώ στην τετραετία, ή σχεδόν 1 δισ. στην διετία 2026-2027, που μπορεί να αποτελέσει «μαξιλαράκι» για προεκλογικές παροχές. Και αυτό θα αυξάνεται, για να δοθούν μόνιμες φοροελαφρύνσεις, εφόσον υπάρξει μόνιμη μείωση της φοροδιαφυγής που να ξεπερνά τα περίπου 2,5 δισ. ευρώ το χρόνο, τα οποία έχει προϋπολογίσει η κυβέρνηση από όλα τα νέα μέτρα που εφαρμόζει από φέτος (myDATA, POS και IRIS παντού κ.λπ.).

Τι γλίτωσε η χώρα
Όπως εξήγησαν σε συνέντευξη Τύπου ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης και ο υφυπουργός Θάνος Πετραλιάς, για πρώτη φορά στο νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα τίθενται δεσμευτικοί στόχοι για ολόκληρη την προσεχή τετραετία, που δεν μπορούν να αλλάξουν. Δεν θα υπόκεινται σε αναθεωρήσεις κάθε χρόνο, με βάση το πώς έκλεισε η προηγούμενη χρονιά.

Ο βασικός νέος κανόνας που προστίθεται πλέον, με βάση το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας που ψηφίστηκε από το Ευρωκοινοβούλιο τον Απρίλιο του 2024 (λίγο πριν τις ευρωεκλογές) είναι ότι δεν «μετρά» πια το πρωτογενές πλεόνασμα που πέτυχε η χώρα, αλλά το αν υπερβαίνει ή όχι το όριο των καθαρών πρωτογενών κρατικών δαπανών.

Με βάση το παλαιό πρόγραμμα Σταθερότητας που ίσχυε από το 1997, η κυβέρνηση θα έπρεπε το 2025 η χώρα να είχε πρωτογενές πλεόνασμα 4%. Αλλά η χώρα το απέφευγε αυτό και θα δεσμεύεται να έχει μόλις 2,4% το 2025 και κάθε χρόνο μετά ως το 2028.

Όλα αυτά πάντως, εν μέσω ανάπτυξης που για το 2024 προβλέπεται στο 2,2% με βάση τις εκτιμήσεις της Κομισιόν. Η Αθήνα υιοθετεί αυτό το σενάριο, αν και το θεωρεί «δυσμενές». Υπολογίζει ότι στα δύο πρώτα τρίμηνα φέτος η Ανάπτυξη ήταν μεγαλύτερη από όσο ανέμενε όταν υπολόγιζε στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, όταν εκτιμούσε ότι στο σύνολο του έτους θα κλείσει κοντά στο 2,5%. Και αναμένει αν στις 17 Οκτωβρίου, οι νέες ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία της Ανάπτυξης θα ενισχύσουν την «ευρωπαϊκή» (αλλά πιο δυσμενή) πρόβλεψη, ή την αρχική της για 2,5%.

Σε κάθε περίπτωση, καθώς δεν έχουν ακόμα ανακοινωθεί οι χειμερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2025 και μετά (αναμένονται τον Νοέμβριο) η Αθήνα θεωρεί συντηρητικές τόσο τις δικές της προβλέψεις για Ανάπτυξη 2,3% το 2025 (που μειώνεται σε 2% και 1,5% στη διετία 2026-2027, πριν πέσει σε 1,3% το 2028), όσο όμως και τις «προβολές» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για 1,8% το 2025 και 0,7%-0,8% στα επόμενα χρόνια.

ΚΩΣΤΗΣ ΠΛΑΝΤΖΟΣ

Πηγή: www.newmoney.gr